Με τόσα φύλλα (Θα σημάνουν οι καμπάνες)

You are currently viewing Με τόσα φύλλα (Θα σημάνουν οι καμπάνες)

Με τόσα φύλλα (Θα σημάνουν οι καμπάνες)
Ποίηση: Γιάννης Ρίτσος – Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
“Ρωμιοσύνη” – 1966

Με τόσα φύλλα σού γνέφει ο ήλιος καλημέρα,
με τόσα φλάμπουρα λάμπει, λάμπει ο ουρανός
και τούτοι μες στα σίδερα και κείνοι μες στο χώμα
και τούτοι μες στα σίδερα και κείνοι μες στο χώμα.

Σώπα, όπου νά ’ναι θα σημάνουν οι καμπάνες. (Δις)
Αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας. (Δις)

Κάτω απ’ το χώμα, μες στα σταυρωμένα χέρια τους
κρατάνε της καμπάνας το σκοινί –
προσμένουνε την ώρα, προσμένουν
να σημάνουν την ανάσταση.

Τούτο το χώμα είναι δικό τους και δικό μας
δεν μπορεί κανείς να μας το πάρει.

Σώπα, όπου νά ’ναι θα σημάνουν οι καμπάνες. (Δις)
Αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας. (Δις)

Τι λέει ο Μίκης Θεοδωράκης για το έργο «Ρωμιοσύνη»:

Δεν ήταν μόνο η μουσική, η ποίηση, το τραγούδι …

Στα δύο κορυφαία έργα μου στον τομέα της έντεχνης λαϊκής μουσικής, τον Επιτάφιο και τη Ρωμιοσύνη, είχα την αίσθηση ότι η μελωδία ξεπήδησε σαν αρτεσιανό νερό μέσα από τους στίχους. Τι να συνέβαινε άραγες;

Νομίζω ότι αυτή η ταύτισή μου με τον ποιητή, που ξεπερνούσε τα όρια της ποίησης κι απλωνόταν σε όλο το χώρο της ζωής, της εργατικότητας, της δημιουργικότητας, της ιδεολογίας, της στάσης ζωής, της κοινής πίστης σε μια κοινή κλίμακα αξιών, στην ταυτόσημη αντιμετώπιση του χρέους, τέλος, στην κοινή μας στράτευση στο στρατόπεδο της Αριστεράς, της Εθνικής Αντίστασης, της Ελευθερίας και της αφοσίωσης στο ιδεώδες της Εθνικής Αναγέννησης, όλα αυτά δημιούργησαν μια ταυτότητα, θα έλεγα, στις δύο ευαισθησίες μας. Γίναμε συγκοινωνούντα δοχεία, απ’ όπου ποίηση και μουσική περνούσε η μια στην άλλη ώσπου να πάρουν μια τρίτη διάσταση: το τραγούδι.

Στη γιορτή των Φώτων στα 1966, κάποιο άγνωστο χέρι τοποθέτησε το χειρόγραφο του Ρίτσου πάνω στο αναλόγιο του πιάνου μου στη Νέα Σμύρνη.

Τη Ρωμιοσύνη μού την είχαν φέρει στο σπίτι γυναίκες κρατουμένων πολλά χρόνια πριν. Είχαν περάσει πρώτα απ’ τον Ρίτσο, που διάλεξε ο ίδιος τα αποσπάσματα από την Αγρύπνια για να μου τα εμπιστευθεί. Όμως τα χειρόγραφα σκεπάστηκαν από άλλα. Χάθηκαν. Ξεχάστηκαν… Ώσπου εκείνη ακριβώς τη στιγμή κάποιο χέρι (χωρίς να ξέρει κανείς το πώς και το γιατί) τα ανέσυρε και τα ακούμπησε στο πιάνο. Είχαν προηγηθεί συγκρούσεις στον Πειραιά με την Αστυνομία. Ο άγριος ξυλοδαρμός και η κακοποίησή μου, γεγονότα που με επηρέασαν βαθιά. Τόσο που, μόλις διάβασα τον πρώτο στίχο, Αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό… κάθισα, όπως ήμουν λερωμένος με λάσπη και αίματα και συνέθεσα μονορούφι τη Ρωμιοσύνη.

Όταν την άλλη μέρα την άκουσε ο Ρίτσος, έμεινε άφωνος. Ποτέ άλλοτε δεν τον είδα τόσο χαρούμενο, τόσο συγκλονισμένο, όσο τη μέρα που στο Κεντρικόν, που ήταν γεμάτο με αντιστασιακούς, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης τραγούδησε τη Ρωμιοσύνη.

Θυμάμαι τον Χατζιδάκι στα παρασκήνια να του λέει: «Είσαι ο μεγαλύτερος τραγουδιστής του αιώνα μας». Ήταν η μεγάλη στιγμή που αποδέχτηκε τη φωνή και ο Ρίτσος, που απ’ την εποχή του Επιτάφιου τον βασάνιζε η ιδέα πως έπρεπε να τον τραγουδήσει γυναίκα με λαϊκή φωνή. […]

Μίκης Θεοδωράκης
(Απόσπασμα από κείμενο του συνθέτη που γράφτηκε τον Ιανουάριο του 1995 και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ελί-τροχος)

Τι λέει ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης για το έργο «Ρωμιοσύνη»:

Το πιο δύσκολο έργο …

«… Από τα έργα του Μίκη Θεοδωράκη, εκείνο που με δυσκόλεψε πάρα πολύ και το θεωρώ από τα μεγαλύτερα είναι η Ρωμιοσύνη του Γιάννη Ρίτσου. Σ’ αυτό το έργο χάθηκα. Έκανα πρόβα δυόμισι μήνες για να μπω στο νόημα της μελωδίας και του στίχου. Τότε βρήκα τον αληθινό μου εαυτό. Ήταν αυτό που με γέμισε. Ήταν η πιο μεγάλη στιγμή της καριέρας μου και της ζωής μου» λέει ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης σε μια ραδιοφωνική συνέντευξη τον Ιανουάριο του 1990.

«… Τα εννέα τραγούδια της Ρωμιοσύνης είχαν μια μελωδία που δεν την έπιανε το μυαλό μου. Μελωδία τρομερή, ασύλληπτη. Ο Θεοδωράκης στις πρώτες πρόβες μού έλεγε: «Λίγο αν προσέξεις στις πρόβες, θα τα καταφέρεις, Γρηγόρη. Το έργο αυτό απευθύνεται σε όλους τους Έλληνες. Μιλάει για το τι έχει τραβήξει η Ελλάδα. Τότε που κόβανε στο γόνατο το κριθαρένιο τους καρβέλι, που μπαίνανε στα σίδερα και στη φωτιά, που γέμιζαν τα κανόνια μόνο με την καρδιά τους». Και πάνω σ’ αυτή τη φοβερή ποίηση του Γιάννη Ρίτσου, ο Μίκης έχει γράψει μουσική για 100-200 χρόνια μπροστά. Σου το λέω υπεύθυνα εγώ, ο Γρηγόρης, που τραγούδησα τη Ρωμιοσύνη».
Γρηγόρης Μπιθικώτσης

(Αποσπάσματα από το βιβλίο «Γρηγόρης Μπιθικώτσης – Εγώ, ο Σερ…» με την επιμέλεια του Πάνου Γεραμάνη, εκδόσεις Κοχλίας, Αθήνα 2002)

Πηγή των κειμένων: ένθετο στο έργο Ρωμιοσύνη που διένειμε η εφημερίδα Καθημερινή το 2011

Από το blog της Βίκυς Παπαπροδρόμου

Άδεια Creative Commons
Αυτή η εργασία χορηγείται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική Χρήση – Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές .

Views: 26

Αφήστε μια απάντηση